Πολυσπορίτισσα

Πολυσπορίτισσα
η, Ν
προσωνυμία τής Παναγίας κατά την εορτή τών Εισοδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυσπόρια + κατάλ. -(ιτ)ισσα (< -ίτης + -ισσα)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”